Tuesday, June 20, 2006

Το Ανθρώπινο Στίγμα [3/5] / Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών: Η Επιστροφή του Βασιλιά [3/5]

Πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε την κινηματογραφική μεταφορά ενός βιβλίου; Πρέπει να στεκόμαστε πιο κοντά στο λογοτέχνημα ή στο φιλμικό αποτέλεσμα, αποστασιοποιημένοι από την πηγή έμπνευσης; Είναι καλύτερο να σιχτιρίζεις τον υπεύθυνο για τη σφαγή ενός αγαπημένου σου βιβλίου ή να δηλώνεις άγνοια και να’ χεις καθαρή τη συνείδησή σου; Συνήθως επιλέγω τη δεύτερη οδό… Έτσι, και στις δύο περιπτώσεις, δε μπορώ να κατανοήσω γιατί οι οπαδοί του Φίλιπ Ροθ καταδίκασαν το «Ανθρώπινο Στίγμα» ως ταινία, αλλά ούτε και μπορώ να ταυτιστώ με τις ορδές των παραληρούντων αναγνωστών της τριλογίας του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν που αλαλάζουν «αριστούργημα» πριν καν δουν το τελευταίο μέρος του «Άρχοντα» στην οθόνη. Έχω επιλέξει το ρόλο του θεατή και από αυτή την οπτική γωνία, με κάποια αφέλεια ή και αγνότητα, κρίνω αυτό που βλέπω - και όχι αυτό που θα ξεφύλλιζα…

Τοποθετημένο στην περίοδο των τελών των 90s, με το σκάνδαλο της Μόνικα και του περίφημου… λεκέ να ανατρέπει πολιτικές και κοινωνικές αξίες, το «Ανθρώπινο Στίγμα» καταπιάνεται με τόσα πολλά θέματα που νομίζεις ότι σεναριακά φλερτάρει με την καταστροφή για δύο ώρες. Καταξιωμένος καθηγητής Πανεπιστημίου, ο 71χρονος Κόλμαν Σιλκ κρίνεται ένοχος φυλετικού υπαινιγμού σχετικά με δύο «αόρατους» (spooks) μαύρους μαθητές του και αποσύρεται με αξιοπρέπεια από τη ζωή, για να ξανανιώσει μέσω της φιλίας του με έναν συγγραφέα σε αδιέξοδο έμπνευσης και του δεσμού του με μια πολύ νεότερη, χωρισμένη γυναίκα, που δέχεται ακόμη απειλητικές παρενοχλήσεις από τον πρώην.

Από τη διαχρονικότητα των ρατσιστικών αισθημάτων στις ΗΠΑ μέχρι την υποστύλωση της σεξουαλικότητας μέσω του Viagra, τα πάντα παλεύουν μεταξύ τους σαν ιδέες, υπό το φως μιας αντιφατικής «πολιτικής ορθότητας» που εξακολουθεί να διαστρεβλώνει κάθε μορφή φιλελευθερισμού. Επιπλέον, το φιλμ προσπαθεί να αγγίξει την ανθρώπινη συμπεριφορά χαρακτήρων με πολλαπλά ψυχικά κατάγματα και μυστικά που αιωρούνται στην αφήγηση σαν λανθάνουσες αιτίες για το όποιο σασπένς. Ευτυχώς, ο Ρόμπερτ Μπέντον δεν κάνει ποτέ το λάθος να κατρακυλήσει προς αυτό το ψέμα και η δραματουργική βαρύτητα της πλοκής προχωρά περίτεχνα αργά και σταθερά προς την εκτόνωσή της, με τον αέρα της αρχαιοελληνικής τραγωδίας. Το καστ, μάλλον σε λάθος ρόλους (φαντάζεστε τον Χόπκινς ως γόνος οικογένειας μαύρων από το Νιου Τζέρζι και την Κίντμαν ως white trash γκόμενα που αρμέγει αγελάδες;), καταφέρνει να δώσει υπόσταση στον παραλογισμό της ιστορίας, δεν ξεπέφτει στον μελοδραματισμό για να καλύψει το αγκομαχητό των flash back και διασώζει εαυτούς (και την τιμή του φιλμ) χάρη στο περίσσιο ταλέντο. Μέγιστη η συνεισφορά του - μακαρίτη - διευθυντή φωτογραφίας Ζαν-Ιβ Εσκοφιέ και κορυφαία στιγμή η έκρηξη… χορού στο άκουσμα του «Cheek to Cheek», σεκάνς που επιτρέπει στο θεατή να λάβει το πιο «απλοϊκό» αλλά και σημαντικό μήνυμα του έργου: όταν τολμάμε να προσπεράσουμε τους κώδικες ηθικής και τις προκαταλήψεις μιας ηλίθιας κοινωνίας, βρίσκουμε στην ατομικότητά μας μια χειμαρρώδη ύπαρξη που θέλει να ζήσει ελεύθερη. Ας την ακουμπήσουμε κι ας την αφήσουμε να αναπνεύσει…

The Human Stain [2003] / για την Athens Voice

Η δεύτερη ταινία που υπενθυμίζει εντονότερα τη σχέση αναγνώστη / θεατή είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών». Η μεταφορά της τριλογίας του Τόλκιν στην οθόνη έχει διχάσει ακόμη και τους οπαδούς της, οι οποίοι χωρίζονται στους «και στην πυρά θα πέσω για χάρη του Πίτερ Τζάκσον» ή στους «καλό το εργάκι, αλλά ο τύπος το βιβλίο το ξέσκισε». Και οι δύο πλευρές, φανατισμένες από την αγάπη τους για τη λογοτεχνία του φανταστικού, μιλούν… ξένες γλώσσες για μένα. Για να καταλαβαινόμαστε, λοιπόν, κι επειδή από κουένια (προσφιλής διάλεκτος ξωτικών) δεν σκαμπάζω, ας μιλήσουμε περί φιλμικής γλώσσης.

Ο «Άρχοντας» είναι σίγουρα ένα ψυχαγωγικό παραμύθι που εντυπωσιάζει σε όγκο - αν και αυτό κινδυνεύει να γίνει μπούμερανγκ πλέον (η «Επιστροφή του Βασιλιά» διαρκεί 201 λεπτά και στα multiplex δε μπορείτε να ελπίζετε σε διάλειμμα…). Το περίφημο όραμα του Τζάκσον δεν ήταν μονάχα το να ζωντανέψει αυτά τα βιβλία-ποταμό, αλλά το να μείνει στην ιστορία για κάτι παρόμοιο με… τον «Πόλεμο των Άστρων». Και επειδή σήμερα η ποιότητα ζωής και η - ας την πούμε - κουλτούρα μας έχει καταντήσει ολίγον fast-food, ότι κατάφερε ο Λούκας σε μερικές δεκαετίες για τη δική του τριλογία (ας αποφύγουμε την ιδέα ότι υπήρξαν και κάποιες πρόσφατες «συνέχειες»…), το πέτυχε ο Τζάκσον μονάχα σε μια τριετία! Λόγω μεγεθών, λοιπόν, ο «Άρχοντας» θα παραμείνει αθάνατος - με τον αυτονόητο κίνδυνο, ο θαυμασμός να ξεθωριάσει ακριβώς όπως έγινε και με τον «Πόλεμο» (σας μιλώ εκ πείρας). Γιατί; Παρά τις άξιες συγχαρητηρίων προσπάθειες του Τζάκσον (b-μουβάς, δημιουργός κανιβαλιστικών σπλάτερ ήταν ο άνθρωπος και γι’ αυτό τον αγαπούσα κάποτε) να δαμάσει το πελώριο υλικό των βιβλίων, δεν υπάρχει μεγαλοσύνη στην πράξη. Αποστασιοποιημένος και… αδιάβαστος, επί τρεις φορές και για πάμπολλες ώρες μπροστά στην οθόνη, εξομολογούμαι ότι δεν αποκόμισα κάτι ανάλογο με αυτό για το οποίο οδύρονται οι φαν του Τόλκιν. Καλά όλα κι άγια, αλλά προς Θεού, η αρχή και το τέλος της ιστορίας του κινηματογράφου δεν είναι τούτη η τριλογία!

Η βασική μου ένσταση; Ο χαρακτηρισμός του «έπους», που μακάρι να ταίριαζε σε όλο αυτό το θέαμα. Αλίμονο, όμως, εδώ μιλάμε για μοντέρνο σινεμά οφθαλμαπάτης και ψηφιακή επεξεργασία της εικόνας σε βαθμό εξάντλησης. Που να σηκωθεί η τρίχα και να τρίξουν τα κόκαλα του Ντέιβιντ Λιν, δηλαδή! Ήρθε το computer animation να διώξει το «Λόρενς της Αραβίας» από την κορυφή; Ποτέ! Ξέρουν τα… post production Ορκ του κυρίου Τζάκσον να πολεμάνε καλύτερα από τους αληθινούς κομπάρσους του Κουροσάουα στο «Ran»; Καμία σχέση… Τους περιορισμούς του ως σκηνοθέτης τους γνωρίζει, γι’ αυτό και δεν αγγίζει τέτοια κλασικά παραδείγματα. Είπαμε, το μοντέλο του είναι ο Λούκας. Περίτρανη απόδειξη, η σεκάνς της πολιορκίας της Μίνας Τίριθ, που σε ορισμένα σημεία κοπιάρει κανονικότατα τη μάχη με τα ρομποτικά ΑΤ-ΑΤ από το «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται». Τι μας μένει, λοιπόν, από «έπος» σε διαστάσεις; Κάτι πανοραμικά τράβελινγκ (Τζούλι Άντριους, είσ’ εδώ;) σκέτη ομορφιά, που εγγυώνται ότι υπήρξαν και γυρίσματα σε φυσικά locations…

Στο φινάλε, δεν είμαι θυμωμένος με την «Επιστροφή» ή και με την όλη τριλογία του «Άρχοντα». Δείτε την και χαρείτε την. Έχει τη μαγεία της, έχει τα συστατικά που θα σε κάνουν να χαζέψεις εικόνες και δράση, είναι ένα παραμύθι που παρόμοιό του σπάνια βλέπουμε στη μεγάλη οθόνη. Αλλά, παρακαλώ, κρατήστε την ψυχραιμία σας. Το φιλμ ούτε κάποια σπουδαία φιλοσοφία κρύβει (πέραν ολίγων τυπικών θρησκευτικών συμβολισμών), ούτε και ποδοπατεί αισθητικώς οτιδήποτε είδαμε στο σινεμά εδώ και εκατό χρόνια και βάλε. Αυτά ίσως και να βρίσκονται στα βιβλία του Τόλκιν. Ή στην οργιάζουσα φαντασία του αναγνώστη...

The Lord of the Rings: The Return of the King [2003] / για την Athens Voice

2 Comments:

Blogger strgzr said...

isws kai na einai to pio geloio review pou exw diavasei gia to L.O.T.R.....poios skata paei sto cinema gia na dei ti synexeia tis mizeris zois tou?..thelw 2-3 diafygis
ap'tin pragmatikotita,mporw na tis exw?

4:59 PM  
Blogger Unknown said...

Νομίζω ότι το η τριλογία είναι masterpiece !
Λυρικός λόγος, συγκεντρωμένο cast, εφέ που σε βάζουν μέσα στη μάχη.
O Tolkien ενώνει τα παραμύθια μας και για εμένα αυτό είναι έπος.

Ας μη παρεξηγηθώ αλλά θα μπορούσαμε να συζητήσουμε τι επικότερο είχε η Οδύσσεια εκτός από το γεγονός ότι επινοήθηκε αρκετούς αιώνες νωρίτερα.

3:27 PM  

Post a Comment

<< Home