Friday, June 16, 2006

The Aviator [2/5]

Κάθε ταινία και καημός για ένα Όσκαρ. Έτσι έχει καταντήσει ο Μάρτιν Σκορσέζε. Είναι ακριβώς η ίδια περίπτωση με τις Κάννες και τον Θόδωρο Αγγελόπουλο! Μιλάμε για πείσμα. Κι επειδή αυτό του Μάρτιν παραείναι παιδιάστικο, φαίνεται στο μέγεθος των τελευταίων του ταινιών, σε συνδυασμό με θεματολογία που αγγίζει μύθους για την αμερικανική κουλτούρα. Μετά το σχετικό φιάσκο των «Συμμοριών της Νέας Υόρκης», καταπιάνεται με ένα σύμβολο μεγαλοσύνης, παράνοιας και σχεδόν εξωπραγματικών διαστάσεων, το οποίο είχε το επιπλέον ατού να παίξει σε τόσα ταμπλό, από πολιτικές μηχανορραφίες μέχρι και χολιγουντιανές ίντριγκες και ρομάντζα. Ο μεγιστάνας Τζον Χιουζ, λοιπόν, είναι ο ήρωας του «The Aviator», ακόμη μιας «μεγάλης» ταινίας του Σκορσέζε (κρατά τρεις ώρες...) που επιχειρεί να ασκήσει συμβολικά κριτική σε αμέτρητους τομείς του σύγχρονου βίου, αλλά το μόνο που πετυχαίνει είναι ένας ορυμαγδός ο οποίος χρεώνεται αποκλειστικά στο επίπεδο παραγωγής.

Από τη δεκαετία του ’20 μέχρι το ’40, παρακολουθούμε κάποιους «ουσιαστικούς» σταθμούς της ζωής του Χιουζ, αδίκως όμως αναμένουμε να εμβαθύνει κάπου στον άνθρωπο και η αφήγηση, της οποίας η αποσπασματικότητα και η φαντεζί αφέλεια καταδικάζει το φιλμ στο να μοιάζει με ένα τεράστιο τρέιλερ για κάτι που δεν πρόκειται να γνωρίσουμε ποτέ εξολοκλήρου: τον ήρωά της! Φανερά γερασμένος και στα «τρικ» του, ο Σκορσέζε βασίζεται σε κάτι που ξέρει να κάνει πάρα πολύ καλά. Εκμεταλλεύεται τις επί μέρους δουλειές εκλεκτών συντελεστών και σταθερών συνεργατών του, για να βγάλει στην επιφάνεια κάτι ευπρεπές συνολικά. Στην προκειμένη, μέγας κερδισμένος είναι η καλλιτεχνική διεύθυνση και μερίδα του γιγάντιου καστ, που μοχθεί να βρει έδαφος για να απογειώσει χαρακτήρα. Περισσότερο τα καταφέρνει η Κέιτ Μπλάνσετ, κοπιάροντας την Κάθριν Χέπμπορν μέσω ακρίβειας στο στιλ και την εκφορά λόγου, σε συνδυασμό με μια υποψία παρωδίας που ισορροπεί στην κόψη. Ύστερα, σαφώς ξεχωρίζει ο Λεονάρντο ΝτιΚάπριο, που βάζει τα δυνατά του να ξεπεράσει δύο αληθινά μεγάλους σκοπέλους: α) το ότι επιχειρεί να «σολάρει» χωρίς σεναριακή υποστήριξη και β) ακόμη τον καταδιώκει η κατάρα του babyface…

Στο φινάλε, το «Aviator» κουράζει τον θεατή, φανερώνοντας όλο και περισσότερο τη γοητεία μιας υπερπαραγωγής αλλά και το κενόδοξο του δημιουργού της. Μόλις στα τελευταία σαράντα λεπτά (βλέπε σεκάνς ακροάσεων) κάτι πάει να γίνει, μαζί με τη συνειδητοποίηση του Χιουζ, πως όσο μεγαλύτερες κι αν γίνονται οι πράξεις σου, όσο πιο υπερβολικά κι αν είναι τα οράματα που πραγματοποιείς, τόσο μεγαλύτερη μοιάζει να’ ναι και η αίσθηση της συντριβής μπροστά στη γνώση πως για όλα υπάρχει ένα τέλος. Είμαστε θνητοί. Κι αυτό δε μπορούμε να το ξεπεράσουμε. Κι ενώ ο Χιουζ το αντικρίζει αυτό το συναίσθημα στο φινάλε, ο Σκορσέζε αρνείται να δεχτεί πως την τέχνη του ποτέ δεν την ξεπέρασε μετά το 1990. Πόσο ακόμη θα του πάρει μέχρι να βρει τη γαλήνη μέσα από τις δόξες του παρελθόντος του;

The Aviator [2004] / για την Athens Voice

1 Comments:

Blogger R@miAnNa said...

απο τις ελαχιστες ταινιες που την αφησα στη μεση...

11:35 PM  

Post a Comment

<< Home