Sunday, June 04, 2006

Eros [2/5]

Όχι σύνηθες στην εποχή μας το φαινόμενο να βλέπουμε σπονδυλωτή ταινία, «είδος» που βάζει το θεατή σε ρόλο όχι απλώς κριτή αλλά... εκτελεστή, αφού πριν καν προλάβει να χωνέψει την προηγούμενη ιστορία, πέφτει αμέσως στα βαθιά εστιάζοντας (ανά ημίωρο συνήθως) στη διαφορετική φόρμα και γραφή του segment που έπεται. Το συγκεκριμένο project φημολογείται πως ξεκίνησε από μια δήλωση του Αντονιόνι στα 60’s, ότι ο έρωτας ασθενεί, και συνολικά παρουσιάζεται ως φόρος τιμής στο έργο του Ιταλού δημιουργού. Έτσι, έχουμε του Σόντερμπεργκ (αντικατάσταση του Πέντρο Αλμοντόβαρ στην ουσία) και τον Καρ-Γουάι να υπογράφουν από δύο «σκετσάκια» δίπλα στο εναρκτήριο του «δάσκαλου», με συνδέσμους τα εξπρεσιονιστικά, ερωτικά σχέδια του Λορέντζο Ματότι.

Ακούγεται καλό, ε; Αλλά, εγώ θα σας το χαλάσω! Πως πάει εκείνο το λαϊκό άσμα που λέει πως ότι αρχίζει ωραία τελειώνει με πόνο; Αντιστρέψτε τη σειρά κι αυτό είναι το «Eros», μια ερωτική τριλογία που ξεκινά με τον πιο αφόρητο τρόπο, για να καταλήξει σε ένα χάδι το οποίο συνεπαίρνει και οφθαλμούς και αισθήσεις.

Δεν είναι ν’ απορείς για το μέγεθος της αποτυχίας του πρώτου μέρους, με τίτλο «The Dangerous Thread of Things» και έναν Αντονιόνι ο οποίος υποτίθεται πως σκηνοθετεί στα 92 του... Ένα ζευγάρι σε κατάσταση κρίσης, μια δεύτερη γυναίκα πρόκληση, κάμποσο γυμνό σε στιλ soft porn δεκαετίας του ‘70 και, δυστυχώς, άπλετο γέλιο καθώς το πρωταγωνιστικό τρίο παίζει πιο άσχημα και από τα τσιτάτα που είναι υποχρεωμένο να εκτοξεύει σε μορφή διαλόγου. Όχι ότι περιμέναμε να καταλάβουμε πως η ματιά του Αντονιόνι έχει ξεπεραστεί προ πολλού, και θα ήταν κι άδικο να κρίνουμε τη σκηνοθετική «απόπειρα» ενός ανθρώπου που το 1995 ούτε στα πόδια του δε μπορούσε να σταθεί στην απονομή ενός τιμητικού Όσκαρ, αλλά είναι λυπηρό ο στόμφος μερικών one liners και η γεροντική διάθεση ηδονοβλεψίας μπροστά σε μια γυναίκα που αυνανίζεται να συγκρίνονται με το κορυφαίο έργο του από την περίοδο του ’60. Θα συμβούλευα να μπείτε στην αίθουσα με μισή ώρα καθυστέρησης... Ή μήπως να το καθυστερήσετε λιγουλάκι ακόμη;

Ο λόγος, λέει, που ο Σόντερμπεργκ ήθελε να συμμετάσχει στο project ήταν για να δει το όνομά του δίπλα σ’ εκείνο του Αντονιόνι στην αφίσα του φιλμ! Το «Equilibrium» είναι το πιο minimal κομμάτι της τριλογίας, και θα το συνέκρινα με ένα διάλειμμα για... υπνάκο στην αίθουσα, το οποίο μπορείτε να πάρετε και ως αστειάκι βλέποντάς το μέχρι τέλους. Ένας διαφημιστής ξαπλωμένος στον καναπέ του ψυχαναλυτή του περιγράφει ένα βαρετό του όνειρο το οποίο βλέπει διαρκώς, ενώ ο δεύτερος προτιμά να παίρνει μάτι από ένα παράθυρο χρησιμοποιώντας διάφορα κιάλια. Οριακά χιουμοριστικό, πνιγμένο μέσα σε λάθος νουάρ τόνους και μ’ έναν απολαυστικό όπως συνήθως Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, δεν δύναται να διευκρινίσει τη σχέση του με το θέμα της ταινίας και, μοιραίως, μοιάζει παράταιρο. Μήπως ν’ αργούσατε να μπείτε στην αίθουσα, που λέγαμε;

Φτάνοντας στο τελευταίο μέρος θα καταλάβετε πως η ταινία θα μπορούσε να τιτλοφορείται... τρεις λαλούν, ένας χορεύει! Το «The Hand» του Καρ-Γουάι εμπεριέχει όλη τη δυναμική του σινεμά τούτου του εικονοκλάστη που αγαπήσαμε σηκώνοντας τα χέρια ψηλά, απόλυτα παραδομένοι σε τεχνικές αφήγησής που είναι ικανές να επιβιώνουν ακόμη κι όταν καταπατούν κάθε σεναριακό κανόνα. Η ανεκπλήρωτη ερωτική επιθυμία ενός ράφτη για μια κακομαθημένη πόρνη στο Χονγκ Κονγκ του ’60 αποδίδεται αρκετά προβλέψιμα για εκείνους που γνωρίζουν τον φιλμικό κόσμο του Καρ-Γουάι, αλλά όταν αισθάνεσαι να παγώνεις από ηδονή ακόμη και στη θέαση μιας ταπετσαρίας τοίχου (σε φωτισμούς του Κρίστοφερ Ντόιλ πάντοτε), ποσώς σε ενδιαφέρει η ιδέα της επανάληψης. Φυσικά, η βεβαρημένα αισθαντική και φετιχιστική ατμόσφαιρα του κάδρου ξεγλιστρά από την αρχιτεκτονική ψυχρότητα του αντονιονικού στιλιζαρίσματος και ρέπει προς την περίοδο της πιο λαμπερής συνεργασίας του Στέρνμπεργκ με τη Ντίτριχ, της οποίας έχει δηλώσει οπαδός ο ασιάτης δημιουργός πλείστες όσες φορές. Είναι θράσος να πούμε πως η εντύπωση που σου δίνεται είναι σα να βλέπεις όλο τον Γουόνγκ Καρ-Γουάι σε 39 λεπτά μιας και η ιστορία δε βάζει και πολύ χέρι σε εσωτερικές περιοχές βασανιστικών ή καταδικασμένων ρομαντικών συναισθημάτων, αλλά για μια σπάνια φορά κρύβει κι έναν ειρωνικό τόνο που απογειώνεται στη σεκάνς που ο ράφτης κατεβάζει το παντελόνι του για... (Η συνέχεια επί της οθόνης!)

Ζυγίζοντας το «Eros» στο σύνολό του θα πικραθείτε από τη μπανάλ αντιμετώπιση της ερωτικής συμπεριφοράς και την απεικόνιση αυτού που κάποτε αποκαλούσαμε ερωτισμό. Αν κατέβαινε η τιμή του εισιτηρίου στο ένα τρίτο, μέχρι που θα σας το πλήρωνα εγώ ο ίδιος για ν’ απολαύσετε το κομμάτι του Καρ-Γουάι. Από την άλλη, υπάρχει πάντοτε και η εναλλακτική του φουαγιέ, για τσιγάρο. Ή τα καθίσματα της αιθούσης, για σεξ. Από τη φαντασία σας εξαρτάται.

Eros [2004] / για την Athens Voice

0 Comments:

Post a Comment

<< Home