Friday, December 01, 2006

Η Βασίλισσα [4/5]

Στη δεκαετία του ’80, ο Στίβεν Φρίαρς υπέγραφε δύο από τις πιο «υπόγεια» πολιτικές ταινίες στην ιστορία του βρετανικού σινεμά, το «Ωραίο μου Πλυντήριο» και το «Ο Σάμι και η Ρόζι Κάνουν Έρωτα». Η αντιθατσερική οργή είχε περισσότερο νόημα από το να χτυπάς τη βασιλεία, η οποία άλλωστε μπορούσε να γίνει τόσο chic με την προσθήκη ενός αξεσουάρ από το χρονοντούλαπο της punk αισθητικής. Φαντάζομαι πως ο Φρίαρς θα έβγαζε αφρούς και έξω από την οδό Ντάουνινγκ και έξω από τα ανάκτορα, περιμένοντας τη σωτηρία από το εκλογικό σώμα. Διότι, όπως έχουν αποδείξει τόσες γενιές, η βασιλεία είναι μια κληρονομική συνήθεια, δεν αλλάζει όσο και να το μπασταρδέψεις το αίμα... Και, όντως, η «δυναστεία» της συντήρησης, μετά από 18 χρόνια στην εξουσία, είδε την ήττα να έρχεται από τους ψηφοφόρους μόλις το Μάη του ’97. Με αυτή την ιστορική αλλαγή ξεκινά η «Βασίλισσα» του Φρίαρς. Εάν αυτό το φιλμ είχε γυριστεί τότε, ο Τόνι Μπλερ θα απεικονίζονταν σαν ένας Σούπερμαν της πολιτικής, ο ιδανικός και τόσο δημοκράτης εξαγνιστής που με την υποστήριξη του λαού θα έβρισκε τα κότσια να χλευάσει ακόμη και το στέμμα κάποιας Εξοχότατης Ελισάβετ. Αλλά ο χρόνος εκδικείται. Και σε συνάρτηση με τα γεγονότα που ακολούθησαν, αυτό που κάποτε φάνταζε σα τον σταυροφόρο του Εργατικού κινήματος, σήμερα στέκει στην οθόνη σαν μια παρωδία που ολόκληρη η Αγγλία θα επιθυμούσε να διαγράψει από τη μνήμη της. Και, φυσικά, ο Φρίαρς δε χρειάζεται να φτάσει ως την εποχή που ο σπορτίφ οικογενειάρχης καταντά να παριστάνει το παραπαίδι της αμερικανικής συντήρησης (οποία ειρωνεία), αλλά βρίσκει ένα καταλληλότερο timing για να διασκεδάσει με τα παθήματα της σύγχρονης Ιστορίας της πατρίδας του. Επιλέγει το πένθος. Και με υπερβολικά δεικτικό τρόπο μας αποκαλύπτει σε ποιον ταίριαζε καλύτερα!

Η «Βασίλισσα» διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που βρήκε τους Βρετανούς με το χαμόγελο στα χείλη καθώς ο Μπλερ αναλάμβανε καθήκοντα, για να βουλιάξει μέσα στην οδύνη της απώλειας της αγαπημένης Νταϊάνα, τον Αύγουστο του ’97. Ο Πίτερ Μόργκαν στο σενάριο έχει πάρει εμπνευσμένες πρωτοβουλίες ανοίγοντας τις πόρτες των ανακτόρων και, διόλου περίεργα, από νωρίς μας δίνει την εντύπωση πως ο στόχος δεν είναι η γηραιά κυρία αλλά ο «επαρχιώτης», λαϊκός πολιτικός. Όχι πως ο Φρίαρς ή ο Μόργκαν έχουν τη διάθεση να χαριστούν στα εκλεκτά μέλη της βασιλικής οικογένειας. Η απεικόνισή τους συχνά θυμίζει τη φαρσικότητα του «Spitting Image», με τη βοήθεια των ανόητων πρωτοκόλλων και απλές αλλά τόσο εύστοχες ατάκες της Ελισάβετ (όπως στη σκηνή όπου υπενθυμίζει στον Μπλερ πως έχουν περάσει... κάτω από τα πόδια της άλλοι δέκα Πρωθυπουργοί, από τον Τσόρτσιλ μέχρι την ενοχλητική αφεντιά του!).

Στο τέλος του φιλμ έμεινα με την εντύπωση πως ο Φρίαρς δε θέλησε να σημαδέψει κανέναν ανθρώπινο στόχο. Όπως ένας κυνηγός που λυπάται το θήραμά του καθώς η συνείδηση τον εμποδίζει να πατήσει τη σκανδάλη. Η «Βασίλισσά» του είναι μια πικρή κωμωδία πάνω στην επιβίωση. Σε κάνει να σκέφτεσαι και να μειδιάς ταυτόχρονα στις στιγμές που συγκρίνεις τη φιλμική πραγματικότητα με την κατάληξη του σήμερα. Με ποιον ξεκαρδίζεσαι, έχοντας βγάλει τα συμπεράσματά σου; Λένε πως ο τελευταίος γελάει καλύτερα. Ναι, σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, η Ιστορία μας διδάσκει πως η Ελισάβετ είναι εκείνη που παραμένει άφθαρτη από το χρόνο. Ίσως επειδή η κληρονομικότητα του στέμματος είναι ένας ρόλος περισσότερο αθώος από εκείνον του μεσσία της πολιτικής. Ακούγεται ιδεολογικώς ανισόρροπο. Αλλά με τέτοια παραδείγματα και με ένα όπλο τόσο καταλυτικό όσο η ερμηνεία της Έλεν Μίρεν (ας της στείλουν το Όσκαρ στο σπίτι, μη κουράζεται η γυναίκα...) μπορείτε να παρασυρθείτε.

The Queen [2006] / για την Athens Voice

0 Comments:

Post a Comment

<< Home