Friday, July 21, 2006

Οι Αναμνήσεις μιας Γκέισας [3/5]

Παλαιότερο project του Στίβεν Σπίλμπεργκ (τελικά ανέλαβε χρέη παραγωγού), η μεταφορά του ομώνυμου best seller του Άρθουρ Γκόλντεν καταφθάνει επιτέλους δια χειρός του σκηνοθέτη του «Σικάγο», μονάχα για να αποδείξει το γνωστό παροιμιώδες περί γυναικείου φύλου και πλεούμενων... Κοινώς, γυναίκα σημαίνει εξουσία, πόσο μάλλον σε έναν κόσμο από άνδρες που ποθούν, πιστεύοντας πως είναι ακόμη πιο ισχυροί με μια ιδανική σύντροφο στο πλάι τους. Βέβαια, όλα αυτά είναι ακόμη πιο συγκεχυμένα ως ιδέα μέσα από το πρίσμα της ιαπωνικής παράδοσης και κουλτούρας ως προς το ρόλο μιας γκέισας. Πλάσματα που εκπαιδεύονται για να διασκεδάζουν τους άντρες, πληρωμένοι συνοδοί, πόρνες ή επίσημες ερωμένες; Η ταινία του Ρομπ Μάρσαλ δε μπορεί να δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση, οι ιστορικές αλλαγές της περιόδου (από το 1929 έως την ήττα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου) δε βοηθούν καθώς ο προσδιορισμός του τίτλου ξεφτίζει δίπλα στη σεξουαλική ζήτηση από τον κατακτητή Αμερικανό φαντάρο και, όπως είθισται σε παρόμοιες περιπτώσεις, οι αναγνώστες του βιβλίου ξέρουν καλύτερα!

Αφετηρία της ταινίας, η πώληση της εννιάχρονης Τσίγιο και της αδελφής της σε έναν οίκο για γκέισες στο Κιότο. Η δεύτερη δε δείχνει να έχει μέλλον στον «στολισμό» και τα κιμόνο, οπότε χάνεται νωρίς από το «παιχνίδι», για να παρακολουθήσουμε την πορεία εξέλιξης της αθώας ηρωίδος μέχρι την ενηλικίωση και το απόλυτο κοντράρισμα με τη φίρμα της περιοχής, τη γκέισα Χατσουμόμο.

Ο Μάρσαλ φιλτράρει τις διαπροσωπικές σχέσεις με έναν κυνισμό «γυναικούλας» που ίσως δεν ταιριάζει στην εικόνα πειθαρχίας και τη σχεδόν μυστικιστική αύρα μιας γκέισας που προσπαθεί να περάσει το έργο, σε μια προσπάθεια να προσεγγίσει όσο το δυνατόν καλύτερα το target group της ταινίας: είναι προφανές ότι μιλάμε για ένα θέαμα που αφορά αποκλειστικά σε γυναίκες, τις οποίες μπορεί να μην κολακεύει ως οντότητες, όμως, τις χαϊδεύει ναρκισσιστικά. Στάχτη στα μάτια; Πείτε «πούδρα» καλύτερα... Το όλον μεταφράζεται σε δραματουργική αναιμία, έλλειψη κλιμακώσεων και φαντεζί σε επίπεδο εικονογράφησης και μόνο απόδοση εποχής και παραδόσεων, με χαρακτήρες που δεν αναλύονται ούτε εξερευνούνται ποτέ. Σχεδόν ποτέ δε νοιώθουμε στο πετσί μας το δράμα της ανήλικης ηρωίδας, ελάχιστα μας πείθει η πορεία της προς τη διασημότητα με δέλεαρ την παρθενιά της και η κατακλείδα της γυναικείας πουτανιάς που επιτυγχάνει το στόχο της πάντοτε ουδεμία σχέση έχει με την πειθαρχεία και το πάθος που θα έπρεπε να επιδεικνύει η Τσίγιο ως μοντέλο της ιδανικής γκέισας.

Στο κάστινγκ έχει επιστρατευτεί το βαρύ πυροβολικό του ασιατικού κινηματογράφου, με τα πιο εμπορικά ονόματα ηθοποιών από την Κίνα, οι οποίες υποδύονται Ιαπωνίδες που μιλούν αγγλικά με οριακά σπαστή (για ν’ ακούγεται εξωτική) προφορά, πρόβλημα αναμενόμενο για μια τόσο μεγάλη χολιγουντιανή παραγωγή. Μοιραία, καμία δεν δίνει τον καλύτερο εαυτό της, ίσως γιατί δε μπορούν να βγάλουν από το βλέμμα τους μια ανασφάλεια εξαιτίας της γλώσσας ή και την πιθανότητα να μην καταλαβαίνουν τι ακριβώς λένε! Ηγετική μορφή η Χατσουμόμο της Γκονγκ Λι, που στέκει ως ώριμος παρατηρητής και δανεικό στοιχείο, φυτεμένο μέσα στη γκλαμουριά του τι ζητάει ο θεατής της Δύσης και δη της Αμερικής από ένα τέτοιο φιλμ. Όχι ότι δεν του τα προσφέρει η ταινία. Αλλά οι μαθημένοι σε πιο αυθεντικά θεάματα εξ Ανατολής καλύτερα να μη μπουν στον κόπο.

Θαυμαστές σε επίπεδο παραγωγής, πλούσιες σε θέαμα και ενίοτε εμπνευσμένες οπτικά, οι «Αναμνήσεις μιας Γκέισας» αποτελούν μια ανάλαφρη ανάγνωση ενός βίπερ με ολίγη από έρωτες, πάθη και χτυπήματα της μοίρας, υλικό που προκαλεί ρίγη στον γυναικείο πληθυσμό. Ένας άλλος σκηνοθέτης μπορεί και να έπεφτε στην παγίδα του να φανεί μισογύνης. Ο Μάρσαλ διεκπεραιώνει το ρόλο διόλου... αντρίκεια και γυρνάει την τελευταία σελίδα του «δράματος» με ένα θετικό φινάλε που στο τσιμπάει το δάκρυ κι ας ήταν μισερή αυτή η ιστορία αγάπης. Άλλωστε, δεν ήταν αυτό το ζητούμενο. Το φιλμ δίδει μαθήματα γυναικείας πουτανιάς, ουχί τεχνών και άλλων αηδιών! Για σας, κυρίες μου.

Memoirs of a Geisha [2005] / για την Athens Voice

0 Comments:

Post a Comment

<< Home