Thursday, July 20, 2006

Ο Θείος μου [5/5]

Πολλά χρόνια πριν από την προσωπική του οδύσσεια και την ήττα με το «Playtime», ο Ζακ Τατί κατάφερνε να μετατρέψει την αταίριαστη και απλοϊκή φιγούρα του κυρίου Ιλό σε μορφή ελεγειακή, παγιδευμένη ανάμεσα στο νοσταλγικό, ετοιμόρροπο σήμερα και το απειλητικά μεταμοντέρνο επερχόμενο αύριο. Φιλμ του 1958 που η κριτική δεν τολμά παρά να προσκυνά στον αιώνα τον άπαντα, βραβευμένο μέχρι και με το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας, «Ο Θείος μου» είναι η πρώτη ουσιαστική κατάθεση του Τατί ως μεγάλου δημιουργού, ο οποίος αυτή τη φορά όχι μόνο ελέγχει άψογα και σε βάθος το χαρακτήρα του μα και στήνει ένα πολύπλοκο σύμπαν καθημερινής ζωής χωρισμένο σε δύο παράλληλες πραγματικότητες που λες και απέχουν δεκαετίες η μία από την άλλη!

Η πλοκή είναι σχεδόν ανύπαρκτη και οροθετείται από το εκάστοτε φόντο. Ο κύριος Ιλό κατοικεί σε μια παλιά συνοικία όπου τα πάντα υποδηλώνουν ανθρωπιά και θετικότητα, ακόμη και στην πιο μίζερη μορφή τους. Είναι, όμως, τόσο αληθινά και τόσο εύκολο ν’ αποκτήσουν μια μαγική διάσταση, μια νότα χαράς. Ακριβώς όπως με την αντανάκλαση μιας αχτίδας φωτός από τον ήλιο που κάνει το μικρό πουλί να κελαηδά ευτυχισμένο στο κλουβί του. Σε μια άλλη συνοικία της πόλης ζει η αδελφή του με τον διευθυντικό παράγοντα εργοστασίου σύζυγό της και τον ανήλικο γιο τους που περισσότερο δείχνει να πήρε από το θείο. Εδώ τα πάντα λειτουργούν μηχανικά, προβλέψιμα προγραμματισμένα. Φυσικά, όταν οι δυο αυτοί κόσμοι συναντιούνται το αποτέλεσμα είναι καταστροφικά... αστείο. Αυτά τα μικροσυμβάντα καταγράφει ο φακός του Τατί, με ακρίβεια μικροσκοπίου πάνω από τα δείγματα των ηρώων του, λες και ο σκοπός δεν είναι απλά η κωμωδία αλλά μια ανθρωπολογική μελέτη.

Χωρίς να προσπαθήσει να εξανθρωπίσει ή να διαιωνίσει καμία πλευρά, ο Τατί αντιμετωπίζει και τα δύο μέτωπα με μια χαριτωμένη αίσθηση κυνισμού. Ακριβώς όπως και ο κύριος Ιλό του, δηλώνει προσήλωση απέναντι στο παλαιομοδίτικο και το αγνό της γειτονιάς των απλών ανθρώπων, αλλά δε μπορεί να πάρει μέρος για να αλλάξει το τελικό σκορ. Οι μπουλντόζες έχουν ήδη αρχίσει το έργο τους. Δεν πρόκειται να ανατραπεί το σύστημα. Ο μοντερνισμός, τα μαζικά δυτικά πρότυπα «κουλτούρας» εξαπλώνονται λες και είναι προϊόντα μιας μεγάλης, ύπουλης βιομηχανίας που έχει σα σκοπό της να αναπαράγει την αδράνεια ως μορφή αστικής ασθένειας. Ακόμη κι αν βάλουμε τον κύριο Ιλό να παριστάνει το διαιτητή, γνωρίζουμε καλά πως δε μπορούμε να βασιστούμε σε έναν χαρακτήρα τόσο άχρηστο, ατσούμπαλο και οριακά ακοινώνητο. Το παιχνίδι είναι χαμένο. Και η ταινία μας πικραίνει, διαλύοντας το χαμόγελό μας με όπλο... την αλήθεια της.

Όπως και στις περισσότερες ταινίες του Τατί, το χιούμορ είναι εγκεφαλικότατο, εκκεντρικά ευφάνταστο και απαιτεί την προσοχή με όλες τις αισθήσεις σας. Τα αστεία είναι πιο συχνά σωματικά, η πλήξη της σιωπής σας κλείνει το μάτι πονηρά έτσι ώστε να δώσετε περισσότερο βάρος στις λεπτομέρειες της ηχητικής μπάντας, ενώ ο κύριος Ιλό... ε, δε χρειάζεται συστάσεις, πιστέψτε με. Πέρα από τους αστεϊσμούς και το προφανές, όμως, ο «Θείος μου» είναι μια καταθλιπτική εμπειρία, πολυεπίπεδη σε αναγνώσεις, που ανήκει σε έναν αναχρονιστικό τόπο γέννησης για να μας διδάξει - με διαχρονική σημασία - την απώλεια των ανθρώπινων χαρακτηριστικών εντός του όποιου αναπτυσσόμενου κοινωνικού συστήματος. Από τη μεμψιμοιρία του Τατί δε γλιτώνει ούτε ο κύριος Ιλό, ούτε κανένας από το σόι του, κι ας βρίσκουν στιγμές ελευθέριας θαλπωρής. Είναι παροδικές. Γιατί στο σύστημα δε μπορείς να επιβιώσεις ως θεατής. Εκτός κι αν είσαι... σκυλί! Προσέξτε τους αδέσποτους μικρούς τετράποδους φίλους μας όταν ξαμολιούνται στην οθόνη, ζηλέψτε τη χαρά της δικής τους ζωής, βγάλτε τα λουριά σας και ακολουθήστε τους. Ίσως αυτά ξέρουν κάποιο μονοπάτι που βγάζει πέρα από μπουλντόζες ή ψυχρά αρχιτεκτονικά επιτεύγματα μιας φουτουριστικής ζωής που μόνο τον άνθρωπο δε λογαριάζει. Διαφορετικά, ακολουθήστε τον κύριο Ιλό στην αφασία της κοσμάρας του. Τους τρελούς πάντοτε τους αφήνουν ήσυχους...

Mon Oncle [1958] / για την Athens Voice

0 Comments:

Post a Comment

<< Home