Friday, July 21, 2006

Πόσο μ’ Αγαπάς; [3/5]

Σε μια γειτονιά του Παρισιού κατάφωτη από ροζ neon και κόκκινους γλόμπους, η βιτρίνα ενός μπαρ στολίζεται εντυπωσιακά από την παρουσία της Ντανιελά. Ιταλίδα στην καταγωγή, απίστευτα ποθητή και καμπυλώδης. Πουτάνα. Άνδρας διόλου αξιοζήλευτος στην όψη την πλησιάζει και ακούει την «ταρίφα». 150 ευρώ για όλα, αλλά επιπλέον 150 για τη σαμπάνια. Ο άγνωστος άνδρας έχει την πρόθεση να αντιπροτείνει κάτι. Της λέει πως έχει κερδίσει το ΛΟΤΤΟ. Πολλά εκατομμύρια ευρώ. Της ζητά να φύγει μαζί του, να μείνουν μαζί, σα σύντροφοι. Αντί 100.000 ευρώ το μήνα. Η Ντανιελά μαζεύει τα μπαγκάζια της, εκείνου η καρδιά δεν το αντέχει, καταρρέει... Πως αλλιώς; Αυτή η πουτάνα σκοτώνει άνθρωπο. Και που να δείτε κι η ζωή πως σε αποτελειώνει!

Από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80 είχαμε να δούμε τον Μπερτράν Μπλιέ σε τέτοια φόρμα δημιουργικότητας, με σουρεάλ αδιέξοδες πινελιές στο σενάριο που, όμως, δεν συντρίβονται ολέθρια κατά του θεατή. Το «Πόσο μ’ Αγαπάς;» μας πάει πίσω στα «Βραδινό Ένδυμα» και «Πολύ Όμορφη για Σένα», σαν μπουρζουάδικη κωμωδία ηθών, σχέσεων και αντοχής στους σύγχρονους αστικούς κανόνες «συγκατοίκησης» του δυτικού πολιτισμού, σατιρίζοντας ρόλους φύλων προσαρμοσμένους πάνω σε ανάγκες που περισσότερο καθορίζει το χρήμα. Ή οι σεξουαλικές ορμές. Αν έχεις το ένα, μπορείς να έχεις και το άλλο όποτε σου... (μη γίνω περισσότερο γραφικός στις εκφράσεις, υπάρχει κατανόηση, φαντάζομαι).

Ο Φρανσουά είναι το πρότυπο του συνηθισμένου αρσενικού, που είναι καταδικασμένο, ακόμη κι όταν μπορεί να έχει τα λεφτά να μη μπορεί να τ’ αποκτήσει όλα. Πόσο μάλλον την αγάπη. Η Ντανιελά είναι άλλο ένα στερεότυπο γυναίκας που ζει για το χρήμα αλλά επιζητά τη φυγή μέσα από την τρυφερότητα και τη ρομαντική πλήξη ενός μεγάλου, αληθινού έρωτα. Και οι δύο δεν πιστεύουν στην τύχη τους. Εκείνη μετατρέπεται αμέσως από γατούλα του σεξ σε «επάγγελμα οικιακά», εκείνος δεν τολμά να τη δείξει πουθενά για ν’ αποφύγει τις ύποπτες ερωτήσεις. Ίσως γιατί όσο κι αν προσπαθεί να το κρύψει, η Ντανιελά παραμένει μια πουτάνα. Παρένθεση: ο σκηνοθέτης έχει μια έφεση προς τη σεξομανία, αλλά δεν κολακεύει ακριβώς τις τακτικές του «αδύνατου» φύλου. Κοινώς, κορίτσια αφήστε τα ζαρζαβατικά στην είσοδο ή μη μπείτε στον κόπο!

Παρά τη σχηματικότητα των χαρακτήρων, τη γκροτέσκα απεικόνιση των ανθρώπων του υποκόσμου και τις επί μέρους ανόητες σεκάνς του, το φιλμ του Μπλιέ διασκεδάζει απροσδόκητα χάρη σε μια σχεδόν αυτοσατιρική διάθεση που σε κάνει να πιστεύεις πως το καστ θα γυρίσει κάποια στιγμή προς το μέρος σου για να σου βγάλει τη γλώσσα, να σε γαργαλίσει ή να σου ρίξει ένα σκαμπίλι, περιμένοντας να δει πως θα αντιδράσεις! Το θέατρο του παραλόγου που στήνεται μέσα σ’ αυτό το μικρό παριζιάνικο διαμέρισμα έχει αρκετή έμπνευση και αμεσότητα για να σε κρατήσει, για να ανατρέψει την πλοκή και να σε ερεθίζει απλά και μόνο κινηματογραφώντας το κορμί της Μόνικα Μπελούτσι. Χωρίς να πρόκειται για καμία ιδιαίτερη ερμηνεία, η παρουσία της Ιταλίδας σταρ καθοδηγεί το φακό, το ρυθμό της ταινίας και τον σφυγμό του θεατή, προφανώς. Βγάζοντας αυτήν από τα καρέ του φιλμ μένει μονάχα ο χαριτωμένος αστεϊσμός, ο επαγγελματισμός, αλλά... χωρίς την πουτάνα δεν περνάς καλά, με πιάνεις;

Όχι πως το «Πόσο μ’ Αγαπάς;» προσφέρεται μονάχα για οφθαλμόλουτρο, ούτε και να ελπίζεται σε σκηνές αχαλίνωτου σεξ και τολμηρότητας. Ο Μπλιέ ξέρει πολύ καλά πως να χειριστεί την πρωταγωνίστριά του. Και με μια ρόμπα πάνω της, το καρδιακό το έχει εξασφαλισμένο... Αυτό που θα έπρεπε να προσέξει περισσότερο ήταν ο επίλογος του «παραμυθιού», το ηθικόν δίδαγμα, το ξεπροβόδισμα από την αίθουσα αφού έχει προηγηθεί κάτι πιο ουσιαστικό από τον γέλωτα. Εκεί, λοιπόν, το χάνει μερικώς το παιχνίδι, περιμένοντας από τον σουρεαλισμό και τη φαντασία ως εναλλακτική δύναμη της καλοπέρασης να του στρώσουν το κόκκινο χαλί για ένα σωστό φινάλε. Σκοντάφτει ο κύριος Μπλιέ, αλλά έχει την ελπίδα να προσγειωθεί στις καμπύλες της Μπελούτσι. Την οποία μπορείτε να ονειρεύεστε μετά της απομάκρυνσης από την αίθουσα. Να απορείτε αν τέτοιες γυναίκες υπάρχουν. Να σκεφτείτε σαν στερεότυπα ανδρών, να επιθυμήσετε το σεξ και να περάσει κι απ’ το μυαλό σας μια ιδέα πως για το καλύτερο (απ’ αυτό, ξέρετε...) πρέπει να έχεις για σύντροφο μια καλή πουτάνα. Ας μείνουμε σ’ αυτό. Περαιτέρω συζητήσεις μπορεί να θίξουν και μη αμειβόμενα γυναικεία επαγγέλματα!

Combien Τu Μ'Αimes? [2005] / για την Athens Voice

0 Comments:

Post a Comment

<< Home