Monday, July 03, 2006

Στη Σκιά των Κατασκόπων [4/5]

Το 2002 μας συστήθηκε για πρώτη φορά κινηματογραφικά ο χαρακτήρας του Τζέισον Μπορν, δίνοντας σάρκα και οστά στον ήρωα των βιβλίων του Ρόμπερτ Λάντλαμ. Το «Χωρίς Ταυτότητα» έμοιαζε εναλλακτικό για το είδος του και σίγουρα ξεχώριζε από τα χολιγουντιανά blockbusters της σειράς. Το εγχείρημα «έπιασε» και ταμειακά, κυρίως εξαιτίας της διαφορετικότητάς του στον τομέα των ψηφιακών εφέ. Σε μια εποχή όπου ένας υπολογιστής σου κατεβάζει... της Παναγιάς τα μάτια, αυτός ο πράκτορας με το μοιραίο πρόβλημα μνήμης ήρθε να μας καθαρίσει το μυαλό και το βλέμμα, προσφέροντας κάτι πιο αληθινό. Αδρεναλινική δράση, στεγνά και τίμια! Άκου τώρα θράσος...

Τη θέση του Νταγκ Λίμαν στην καρέκλα του σκηνοθέτη πήρε αυτή τη φορά ο Πολ Γκρίνγκρας, επιλογή μάλλον τολμηρή αλλά σατανικά λειτουργική. Μιλάμε για τον άνθρωπο που έκοψε ανάσες με τον ρεαλισμό του ντοκιμαντερίστικης αφήγησης «Bloody Sunday» (2002). Σίγουρα, η φαντασία μας δεν έβρισκε συμβατότητα με το όνομα και ένα project καθαρά εμπορικών προδιαγραφών. Κι όμως, το αποτέλεσμα όχι μόνο εντυπωσιάζει από άποψης καθαρότητας προθέσεων στη σκηνοθετική ματιά, αλλά και τολμά να ανανεώσει ένα είδος που οι παγκόσμιες πολιτικές εξελίξεις έχουν μεταλλάξει υπέρ το δέον εδώ και μερικές δεκαετίες. Η περιπέτεια κατασκοπίας είναι κάτι τόσο παρωχημένο όσο το όνομα εκείνου του πράκτορα με το «κουνημένο» Μαρτίνι που επιμένει να μας χαρίζει το ονοματεπώνυμό του ανά διετία, αγκομαχώντας να βρει αντίπαλο. Το είδος αυτό δε μπορεί να βγάλει franchise κι ας έκανε ότι μπορούσε ο «XXX» πριν λίγα χρόνια, εκμεταλλευόμενος το τσαμπουκαλεμένο στιλάκι του πρωταγωνιστή του, Βιν Ντίζελ. Τα πράγματα, όμως, μπορούν ν’ αλλάξουν στο πρόσωπο του Μπορν.

Πάρτε το βλέμμα του Ματ Ντέιμον. Το άγχος του έλκει τη ματιά σου και αυτά που του συμβαίνουν επί της οθόνης σου γεννάνε συναίσθημα. Χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα, αυτός ο ηθοποιός βρήκε και έπλασε μια περσόνα βατή και ικανή να σε κάνει να συμπάσχεις. Δεν είναι λίγο το να πετάγεσαι από το κάθισμά σου από αγωνία ή το να χαίρεσαι όταν τα βγάζει πέρα μετά από τις άπειρες στημένες παγίδες. Μια τέτοια «αμαρτωλή» ιστορία από το σχεδόν άγνωστο παρελθόν του γίνεται αιτία να χαθεί η γαλήνη που είχε βρει με την αγαπημένη του (Φράνκα Ποτέντε) και να αναζητήσει νέο καταφύγιο, σβήνοντας από καρδιά και μυαλό οτιδήποτε είχε να κάνει μ’ εκείνη, όταν σκοτώνεται σε τροχαίο. Από τη Γκόα στο Βερολίνο, ο Μπορν θα αναζητήσει τα ίχνη των ανθρώπων που επιμένουν να τον ενοχοποιούν για κάτι που όχι μόνο δεν έκανε αλλά και δεν θυμάται μαζί και ολόκληρη η CIA θα βρει το δάσκαλό της από αυτό το πολυμήχανο ανθρωπάκι.

Δεν υπάρχει περίπτωση να θέλεις να δεις την ώρα, να αλλάξεις πλευρό στο κάθισμα από βαρεμάρα ή να θες να πιάσεις τη κουβέντα με το διπλανό σου κατά τη διάρκεια της «Σκιάς των Κατασκόπων». Ο Γκρίνγκρας τοποθετεί διαρκώς εμπόδια στον ήρωα, μικρές υποπλοκές που ανατρέπουν επικίνδυνα την όποια ηρεμία, αγωνιώντας ταυτόχρονα για το αν θα καταφέρει να δώσει στους δευτερεύοντες χαρακτήρες την πρέπουσα ψυχολογική φόρτιση. Δεν το καταφέρνει πάντοτε, παρά το δυνατό καστ (Τζόαν Άλεν, Μπράιαν Κοξ). Αλλά δεν έχετε και πολύ χρόνο για να σας προβληματίσει αυτό... Η κάμερα τρέχει σαν ντοπαρισμένη, ακολουθώντας τον Μπορν σε συνεχείς ασκήσεις φυγής από τον εχθρό και το μοντάζ ακολουθεί χέρι χέρι στη φρενίτιδα. Αποθέωση των σεκάνς δράσης, η καταδίωξη με ένα ταξί στους δρόμους της Μόσχας, ένα πραγματικό κομμάτι ανθολογίας που θα σας τσακίσει τα νεύρα. Έβλεπα την ταινία με κοινό σε κατάμεστη αίθουσα της Νέας Υόρκης και ένιωθα τις σειρές των καθισμάτων να πάλλονται! Με το που τελείωσε, όλοι ξέσπασαν σε χειροκρότημα. Απίστευτη εμπειρία...

Μπορεί κάποιοι να πουν ότι η εικόνα θυμίζει βίντεο κλιπ (η συνήθης κατηγορία ασχετοσύνης), ότι το μοντάζ είναι κουραστικό, ότι οι πολλαπλές λήψεις από κάθε δυνατή γωνία για να στηθεί κάμερα είναι εύκολος εντυπωσιασμός ή ότι για το είδος του το φιλμ πάσχει σε επίπεδο χαρακτήρων συγκρίνοντας με τις κλασικές βρετανικές κυρίως παραγωγές του ’60 ή οριακά του ’70. Εγώ θα τους έδινα μονάχα μια απάντηση: περνάς απίθανα! Και χαίρεσαι και το δίωρο και τα λεφτά που έδωσες. Τελεία.

The Bourne Supremacy [2004] / για την Athens Voice

0 Comments:

Post a Comment

<< Home